Τι λάμπει στη ζωή μας σαν αστέρι της αυγής;
Η χαρά της προσευχής
Βιβλίο «Διδαχαί», σελ. 57-58
Κάποτε ήταν δύο αδελφοί. Ο ένας εχάραξε την ζωήν του με δικήν του κρίσιν, ο άλλος προχωρούσε και σκεφτόταν, ότι υπάρχει Θεός αληθινός και καμμιά φορά, όταν συναντούσε κάτι στη ζωή του έλεγε: «Μου έτυχε κάτι στη ζωή μου κακό˙ θα παρακαλέσω τον Θεόν να με οδηγήση και να με ξεκουράση». Ο άλλος με περιφρόνησι εκ της ασεβείας του δεν απαντούσε.
Μίαν ημέραν ο άπιστος αδελφός περιπατούσε κάπου και σκεφτόταν τα δικά του. Στον δρόμο που βάδιζε βρήκε εμπρός του ένα ποτάμι. Στη μία άκρη του ποταμού στεκόταν ένα θηρίο και εκείνος πήγαινε προς τα κει. Καθώς πλησίαζε, το θηρίον είπε: «Αυτός ο άνθρωπος είναι δικός μου. Έρχεται προς εμένα». Όταν έφτασε όμως ο άνθρωπος κοντά στο θηρίο, για μια στιγμή ησθάνθη μέσα του κάτι τρομερό και είπε στον εαυτόν του: «Μα αυτό που βλέπω μπροστά μου, είμαι εγώ ο ίδιος. Τι μου συμβαίνει και βλέπω τον εαυτόν μου στην άκρη του ποταμού σε τέτοια αγριότητα;»
Αναζήτησε τον αδελφόν του να συζητήση το πράγμα, αλλά ήταν μόνος. Εκείνη την στιγμή, γύρισε το βλέμμα του προς τα δεξιά και τότε βλέπει στην άλλην όχθη του ποταμού να στέκεται ο αδελφός του και να κρατά έναν Σταυρό στο χέρι του. Αμέσως σταμάτησε και τον κοίταξε. Ο Σταυρός έλαμπε και το φως είλκυσε τον άπιστον και έγινε μεγάλη πάλη μέσα του.
Για μια στιγμή είπε στον εαυτόν του: «Ας κάνω και εγώ τον σταυρόν μου μια φορά». Ακόμα μια φορά έκανε τον σταυρόν του αλλά μέσα του συνεχίζετο η πάλη του θηρίου με τον Σταυρό. Αμέσως γονατίζει, υψώνει τα χέρια του προς τον ουρανόν και λέει: «Κύριε ημών, Ιησού Χριστέ, Υιέ Θεού, ελέησόν με». Και ξαφνικά από τον Σταυρόν σαν νεφέλη βγήκε μια δύναμις και ενέκρωσε και εξαφάνισε το θηρίον. Και τότε από αγάπην εδόξασε τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, που τον ωδήγησε στο άσβεστον φως.
Ο Κύριος ημών, Ιησούς Χριστός, τέκνα μου, είναι μακρόθυμος και περιμένει να αισθανθούμε τα ψυχικά μας βάρη. Όταν ο άνθρωπος επικαλεσθή την σωτηρίαν του διά του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, διά εξομολογήσεως και θείας Κοινωνίας, τότε παύει να φοβάται τον εαυτόν του και προχωρεί άφοβα. Αυτό συμβαίνει πολλές φορές εις τον άνθρωπον και διά να το υπερπηδήση τον καλεί η φωνή του Ευαγγελίου, διά να τον οδηγήση εις την αλήθειαν, που είναι ο Χριστός.
Ποίαν, χριστιανέ μου, χαρά βρίσκεις μέσα στη ζωή σου, που αδειαλείπτως λάμπει σαν αστέρι της αυγής;
Τη χαρά της προσευχής.