ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΑΓΡΙΝΙΟΥ
Ιερεύς Κωνσταντίνος Καντάνης
Υπεύθυνος της επιτροπής για θέματα Αιρέσεων Ι. Μ. Αιτωλίας και Ακαρνανίας
Εντεταλμένος στις Πανορθόδοξες Συνδιασκέψεις της Ιεράς Συνόδου για θέματα αιρέσεων και παραθρησκείας
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
στην νέα τοποθέτηση - απάντηση
του «Νικόλαου, καθολικού αρχιεπισκόπου
Νάξου - Τήνου - Άνδρου - Μυκόνου και μητροπολίτη παντός Αιγαίου»
Σε μια εποχή που η κρίση έχει ιδιαιτέρως προβληματίσει και ταλαιπωρεί τους Έλληνες, μια αντιπαράθεση ενός ορθοδόξου και ενός παπικού πιθανώς να τους αφήνει αδιάφορους. Παρόλα αυτά, τόσο για τη διακονία της Αλήθειας όσο και για ιστορικούς λόγους (που οι συγκυρίες τους καθιστούν και πάλι επίκαιρους), αναγκαζόμαστε να απαντήσουμε στη νέα τοποθέτηση του κυρίου Νικολάου,παπικού αρχιεπισκόπου Νάξου - Τήνου - Άνδρου - Μυκόνου και μητροπολίτη παντός Αιγαίου και να ασχοληθούμε μαζί του για τελευταία φορά.
Συγκεκριμένα ο κύριος Νικόλαος αναφέρει στην τοποθέτησή του: «Εγώ ούτε «παπικός» είμαι, ούτε «Ρωμαιοκαθολικός», αλλά Αρχιεπίσκοπος της Καθολικής Εκκλησίας». Επίσης κατόπιν αναφέρει: «Π. Κωνσταντίνε, θα είχατε απόλυτο δίκιο, αν η ανακοίνωση και η εγκύκλιος του Σεβασμιοτάτου κ. Κοσμά περιοριζόταν στην ανάγνωσή της στους Ναούς της Ιεράς Μητροπόλεώς του. Όμως τόσο η ανακοίνωση, όσο και η εγκύκλιος δημοσιεύτηκε και σε ιστοσελίδες που διαβάζονται και από Καθολικούς Χριστιανούς (προς ενημέρωσή σας, στην Ελλάδα υπάρχουν τριακόσιες χιλιάδες Καθολικοί Χριστιανοί και κανένας παπικός). Έπρεπε λοιπόν κάποιος να τους υπερασπίσει. Αυτό έκανα».
Κύριε Νικόλαε, δε μπορείτε να φέρετε το όνομα Καθολικός, ούτε το όνομα Ρωμαιοκαθολικός, επειδή αυτό θα ήταν ιστορικά αθεμελίωτο και θεολογικά ανακριβές, καθώς από τις αρχές του 2ου αιώνα μ.Χ.,η αδιαίρετη, Μία Εκκλησία του Χριστού ονομάζεται, όπως την ομολογούμε και στο Σύμβολο της Πίστεως, Καθολική, επειδή κατέχει το καθ' όλου της πίστεως, την καθολοκληρία, δηλαδή την πληρότητα της αλήθειας, αλλά και επειδή απευθύνεται σε όλο τον κόσμο.
Αφότου, η Νέα Ρώμη/Κωνσταντινούπολη έγινε πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 330 μ.Χ., ο όρος Ρωμαίος ή Ρωμηός δήλωνε κάθε ορθόδοξο πολίτη της, ανεξάρτητα από τη φυλετική καταγωγή του. Έτσι, Ρωμαιο-καθολικοί κυριολεκτικά είναι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί: ως Ρωμαίοι-Ρωμηοί, δηλαδή ως απόγονοι της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, και ως Καθολικοί, δηλαδή μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία συνεχίζει να κατέχει το καθ' όλου της πίστεως.
Απεναντίας, οι Παπικοί, μετά την κατάληψη του θρόνου της Ρώμης από τους Φράγκους το 1009 μ.Χ.,δεν είναι Ρωμαίοι αλλά Φραγκολατίνοι. Και μετά την έκπτωσή τους από την καθολικότητα (δηλαδή την πληρότητα) της πίστεως, λόγω της αποδοχής σωρείας αιρετικών δοξασιών, δεν είναι Καθολικοί αλλά αιρετικοί. Μολαταύτα, μετά το οριστικό Σχίσμα το 1054 μ.Χ., σφετερίστηκαν αυτούς τους όρους.
Οι ορθόδοξοι λαοί πάντως, μέχρι τον 19ο αιώνα γνώριζαν καλά ότι Ρωμαίος - Ρωμηός ή Ρωμιός καιΚαθολικός σημαίνει Ορθόδοξος. Γι' αυτό και τους αιρετικούς της Δύσεως τους ονόμαζαν Λατίνους και Παπικούς, δηλαδή οπαδούς και ακολούθους του πάπα. Η σύγχυση που παρατηρείται σήμερα στην ορολογία, δημιουργήθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα, με την εμφάνιση του Οικουμενισμού, ο οποίος χαρακτηρίζεται από τον παπικό αρχιεπίσκοπο Αιγαίου δήθεν ως «θείο δώρο», στην ανακοίνωση του κατά του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ.κ. Κοσμά.
Για τους Ορθοδόξους, η καθαρότητα της πίστεως αποτελεί το ασάλευτο θεμέλιο στον αγώνα τους για τη θέωση: η ορθή πίστη είναι «το μέγα και πρώτον της σωτηρίας φάρμακον» (όσιος Μάξιμος ο Ομολογητής). Αλλά και για τους ετερόδοξους αδελφούς μας, η ακριβής οριοθέτηση της αλήθειαςδείχνει τον δρόμο της επιστροφής στον πατρικό τους οίκο: την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Η αποκοπή της δυτικής Χριστιανοσύνης από το σώμα της Εκκλησίας δεν προήλθε από διοικητικές ή εθιμικές απλώς διαφοροποιήσεις, αλλά από μια βαθιά αλλοίωση του εκκλησιαστικού βιώματος, η οποία και δημιούργησε ένα χάσμα ζωής ανάμεσα σε δύο κόσμους. Το αυτονόητο χρέος του σεβασμού των διαφορετικών αντιλήψεων της πίστης, οι ανυπόκριτα φιλόφρονες διαθέσεις και οι ευσεβείς ενωτικοί πόθοι δε μας δίνουν παρ’ όλα αυτά το δικαίωμα να παρασιωπούμε ή να συσκοτίζουμε αυτή την πραγματικότητα. Σας αγαπάμε ως ανθρώπους, σας θεωρούμε αδελφούς μας ως δημιουργήματα και παιδιά του Θεού, αλλά από αγάπη σας καλούμε να έρθετε στην πίστη προ του σχίσματος και να επιστρέψετε στη Μια Αγία Καθολική Εκκλησία, την Ορθοδοξία. Θα χαρώ προσωπικά να σας βοηθήσω κύριε Νικόλαε να βιώσετε όσα διαβάσατε επιστημονικά στα 4 χρόνια των σπουδών σας στη δογματική και στη λειτουργική, με το να σας βαπτίσω Ορθόδοξο Χριστιανό εδώ, στο Αγρίνιο, στον Άγιο Δημήτριο. Σας διαβεβαιώνω ότι θα νιώσετε ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ και καθαρμένος από ενοχές προκατόχων σας.
Εννοώ ενδεικτικά τη συγχαρητήρια επιστολή του πάπα στον Κεμάλ Ατατούρκ για τη σφαγή των Ελλήνων και επίσης την επιστολή της 8ης Μαΐου 1822 του Λατίνου (ή παπικού) επισκόπου Τήνου, όπου γράφονται και τα εξής αποκαλυπτικά: «Μόλις άρχισε η επανάσταση αυτού του ελληνικού έθνους, επεδίωξα με κάθε επιμέλεια να τηρήσω μια τέλεια ουδετερότητα, τόσο εγώ όσο και πάντες οι καθολικοί, και μέχρι του παρόντος κανένας καθολικός δεν έχει πιάσει όπλα εναντίον του κυριάρχου (δηλ. του Σουλτάνου). Επειδή από αυτή την αιτία απειλήθηκα μαζί με όλο τον κλήρο, και υπήρξε μεγάλος κίνδυνος να αρπαχθούν οι εκκλησίες μας, αμέσως ζήτησα τη βοήθεια και την προστασία της Γαλλίας». Συνεπώς κύριε Νικόλαε, μην κάνετε μαθήματα «αγαπολογίας» και εκκλησιολογίας. Δεν είστε Εκκλησία αλλά αίρεση. Ο μόνος δρόμος για κάθε παπικό, είναι η μετάνοια και η επιστροφή με βάπτισμα στην Εκκλησία του Χριστού.
Η αντιπαράθεση με τον παπικό αρχιεπίσκοπο, προκάλεσε σε αρκετούς αδελφούς μας πολλά ερωτήματα σχετικά με τον παπισμό και τους φραγκολατίνους. Κλείνοντας αυτή την ανταλλαγή θέσεων, παραθέτουμε στο συνημμένο «Η αλήθεια για τον Παπισμό», για όσους ενδιαφέρονται, την αλήθεια για τον Παπισμό σχετικά με τα εξής:
1. Γιατί οι παπικοί δεν είναι Εκκλησία, αλλά κοσμική εξουσία με κρατική οντότητα και με αιρετική θεώρηση
2. Ποιες είναι οι κακοδοξίες του παπισμού
3. Η καταδίκη του παπισμού από τους Ορθοδόξους
4. Τα εγκλήματα των παπικών
5. Η ανθελληνική στάση του παπισμού και
6. Προσπάθειες για ένωση