Η υπακοή αποτελεί «την υψηλοτάτη των αρετών», σημειώνει ο νηπτικός πατέρας, γιατί δι’ αυτής ο άνθρωπος γίνεται μιμητής του Χριστού. Τούτο υπογραμμίζει και ο ησυχαστής άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης. «Η υπακοή κόβει διά μιας όλα τα πάθη», λέει, «και δι’ αυτής γίνεται κανείς μιμητής και δούλος Χριστού». Το φορτίο της υπακοής, θα μας πει ο π. Ιωσήφ, «λογίζεται σύνοψις των λοιπών αρετών, όπως και ο σταυρός των παθών του Κυρίου». Γι’ αυτό και με την υπακοή είναι άμεσα διασφαλισμένη η είσοδος στη βασιλεία του Θεού. «Διά της υπακοής ως διά σταυρού», παρατηρεί, «εισερχόμαστε εις την Βασιλείαν».
Η υπακοή προϋποθέτει την εκκοπή του ιδίου θελήματος και έχει ως συνέπεια την χωρίς πολύ κόπο πνευματική προκοπή. Αποτελεί ασφάλεια πνευματική και τον συντομότερο τρόπο για να λάβει κανείς την θεία Χάρη. Η οδός της υπακοής είναι απλανής. «Ομολογώ ειλικρινώς μεθ’ όλης της ισχύος, εν πλήρει επιγνώσει», διαβεβαιώνει με έμφαση ο μακαριστός γέροντας, «ότι άλλη οδός σωτηρίας δεν υπάρχει απέχουσα από κάθε πλάνην και ενέργειαν του εχθρού ως αυτή». Ο διάβολος δεν έχει εξουσία να υπεισέλθει εκεί, όπου ασκείται η υπακοή και κυριαρχεί «ο σύνδεσμος της αγάπης». Αντίθετα, η παρακοή οδηγεί στην πλάνη. Η απείθεια στο γέροντα, θα μας πει ο φιλοκαλικώτατος άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, ενοικίζει μέσα μας τον πονηρό. Η υπακοή ή η παρακοή, κατά τον γέροντα Ιωσήφ, δεν αποτελεί αυτονομημένη αρετή ή κακία, αλλά έχει την αναφορά της στον ίδιο τον Θεό, σ’ αυτόν διαβιβάζεται.
Τον δρόμο της υπακοής χάραξε πρώτος ο ίδιος ο Χριστός γενόμενος υπήκοος στον άναρχο Πατέρα μέχρι του σταυρικού θανάτου, και, έτσι, έγινε το πρότυπο υπακοής για μας.