14 Φεβρουαρίου, 2015

Ψυχοσάββατο


«Ὁ ἐκ τῶν τεσσάρων, περάτων Κύριε, προσλαβόμενος,
τούς πιστῶς θανέντας, ἐν θαλάσσῃ, ἤ ἐν γῇ,
ἤ ἐν ποταμοῖς, πηγαῖς, ἤ λίμναις,
ἤ φρέασι, βορά, θηρσί γενομένους,
πετεινοῖς καί ἑρπετοῖς, πάντας ἀνάπαυσον».
Οἱ χριστιανοί εἶχαν καί ἔχουν ἕνα δυνατό ὅπλο, τό ὁποῖο τούς βοηθάει σέ κάθε βῆμα τῆς ζωῆς τους.  Αὐτό τό ὅπλο δέν εἶναι ἕνα συνηθισμένο ὅπλο, τό ὁποῖο ἀφαιρεῖ ζωές, εἶναι ἕνα ξεχωριστό ὅπλο, πού στηρίζει  τούς χριστιανούς, δίνει ζωή καί δίνει δύναμη στήν καθημερινότητά μας, ἔχοντας πολλά θετικά ἀποτελέσματα γιά ὅσους τό ἐπικαλοῦνται καί δέχονται τίς εὐεργεσίες αὐτοῦ.
Αὐτό τό ὅπλο εἶναι ἡ ΠΡΟΣΕΥΧΗ.
«Γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε», λέει ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
Ἄς σταθοῦμε στήν ἡμέρα τοῦ Ψυχοσάββατου, πού ὅλοι προσευχόμαστε γιά τούς δικούς μας ἀνθρώπους, πού ἔχουν φύγει γιά τόν οὐρανό.
Γιατί ὀνομάζεται Ψυχοσάββατο καί τί σημαίνει αὐτή ἡ ὁρολογία; 
Τό Σάββατο πρίν ἀπό τήν Κυριακή τῆς Ἀπόκρεω, λέγεται «Σάββατο τῶν ψυχῶν» ἤ «Ψυχοσάββατο».
Εἶναι τό πρῶτο ἀπό τά δυό Ψυχοσάββατα τοῦ ἔτους (τό δεύτερο ἐπιτελεῖται τό Σάββατο πρίν ἀπό τήν Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς).
Ὁ λόγος πού τό καθιέρωσε ἡ Ἐκκλησία μας, παρ' ὅτι κάθε Σάββατο εἶναι ἀφιερωμένο στούς κεκοιμημένους, εἶναι ὁ ἑξῆς: Ἐπειδή πολλοί κατά καιρούς ἀπέθαναν μικροί ἤ στήν ξενιτιά ἤ στή θάλασσα ἤ στά ὄρη καί τούς κρημνούς ἤ καί μερικοί, λόγω πτώχειας, δέν ἀξιώθηκαν τῶν διατεταγμένων μνημοσύνων, οἱ θεῖοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούμενοι θέσπισαν τό μνημόσυνο αὐτό «ὑπέρ πάντων τῶν ἀπ' αἰῶνος εὐσεβῶς τελευτησάντων Χριστιανῶν».
Τήν Κυριακή τῆς Ἀπόκρεω ποιοῦμε ἀνάμνηση τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ καί οἱ κεκοιμημένοι μας ἀκόμη δέν κρίθηκαν. Τούς μνημονεύουμε σήμερα καί, ἐπικαλούμενοι τό ἄπειρο ἔλεός Του, παρακαλοῦμε τόν Θεό, μέ τό μνημόσυνο πού κάνουμε, νά τούς ἀναπαύσει. Συγχρόνως δέ, ἐνθυμούμενοι καί ἐμεῖς τόν θάνατο, «διεγειρόμεθα πρός μετάνοιαν».
Ἡ Ἐκκλησία μας λέγει ὅτι ὁ θάνατος εἶναι ἕνα καθολικό γεγονός καί στέκεται μέ δέος στό ἄκουσμα αὐτοῦ. Στρεφόμαστε πάντες  μέ συγκίνηση μπρός στούς τάφους τῶν νεκρῶν μας, τῶν νεκρῶν πού εἶναι θαμμένοι στά Κοιμητήρια τῶν χωριῶν καί τῶν πόλεών μας. Ξέρουμε καλά ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι χωρισμένη σέ δυό κατηγορίες, τήν στρατευομένη καί τήν θριαμβεύουσα. Στρατευομένη Ἐκκλησία εἴμαστε ὅλοι ἐμεῖς οἱ ζῶντες καί ἡ θριαμβεύουσα ἀποτελεῖται ἀπό τίς ψυχές πάντων τῶν κεκοιμημένων  ἀδελφῶν καί προγόνων μας, ἀπό τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας μέχρι καί τήν σήμερον. Αὐτούς, λοιπόν, τούς νεκρούς, πού καθένας μέ διαφορετικό τρόπο ἀπῆλθε ἀπό τόν κόσμο τοῦτο, μνημονεύει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, τήν ἡμέρα τοῦ Ψυχοσάββατου, καί γι’ αὐτούς ἐμεῖς προσευχόμεθα ἀναξίως αὐτή τήν ἡμέρα. Τόν κάθε ἄνθρωπο ὁ Θεός τόν κάλεσε κοντά του μέ ξεχωριστό τρόπο, νέο ἤ γέροντα, ἄντρα ἤ γυναῖκα, ἀσθενῆ ἤ ὑγιῆ, ὅπου γῆς εὑρισκόμενο, ἀπρόοπτα καί ἀναπάντεχα ἤ μέ φυσιολογικό θάνατο. Ὅλα αὐτά μᾶς κάνουν νά αἰσθανόμαστε τήν ἀνάγκη νά προσευχόμαστε γιά τούς νεκρούς καί, ἰδίως, γιά τούς νεκρούς ἐκείνους, τούς ὁποίους λησμόνησαν οἱ συγγενεῖς των καί δέν τελοῦν μνημόσυνα.
Ἀλλά κι ἐμεῖς οἱ ζῶντες μέ τήν προσευχή γιά τούς νεκρούς  προετοιμαζόμαστε γιά τήν ἡμέρα ἐκείνη, τήν ἡμέρα τοῦ θανάτου μας.
Τή μνήμη, λοιπόν, τοῦ θανάτου ὑπενθυμίζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας σ’ ἐκείνους πού ἔρχονται γιά τό Ψυχοσάββατο στήν Ἐκκλησία σέ κάθε γωνιά τῆς ἑλληνικῆς γῆς! Στήν Ἱερά Μητρόπολη Μαντινείας καί Κυνουρίας Κληρικοί καί Λαϊκοί προστρέξαμε μέ τά κόλλυβα στίς Ἐκκλησίες, βρεθήκαμε στά Κοιμητήριά μας, μέ μόνο μέλημα τήν προσευχή γιά τούς νεκρούς μας.
Τελειώνοντας, εὐχηθήκαμε ν’ ἀναπαύσει ὁ Θεός «ἐν σκηναῖς δικαίων» ὅλους τούς νεκρούς, κι ἐμᾶς νά μᾶς ἀξιώσει τέλους χριστιανικοῦ, σύμφωνα μέ τήν ὡραία εὐχή τῆς Ἐκκλησίας μας: «Χριστιανά τά τέλη τῆς ζωῆς ἡμῶν, ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικά καί καλήν ἀπολογίαν τήν ἐπί τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ». Ἀμήν.