04 Σεπτεμβρίου, 2018

ΛΟΓΟΣ ΣΤΟ ΓΕΝNΕΣΙΟΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

ΕΙΣ ΤΟ ΓΕΝΕΣΙΟΝ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

του π. Αντωνίου Λεονταρά




Το Γενέσιο της Υπεραγίας Θεοτόκου είναι η πρώτη Θεομητορική εορτή του εκκλησιαστικού έτους. Είναι όντως μεγάλο δώρο του Θεού, όχι μόνο στους γονείς της, τον Ιωακείμ και την Άννα, που δεν μπορούσαν να τεκνοποιήσουν, αλλά μεγάλο δώρο του Θεού και για όλο το ανθρώπινο γένος, γιατί αποτελεί το προμήνυμα και την απαρχή της σωτηρίας του κόσμου. Γι’ αυτό και ο υμνωδός λέγει: «Η γέννησίς σου, Θεοτόκε χαράν εμήνυσε πάση τη οικουμένη…». Η Παναγία βρίσκεται ανάμεσα στον Θεό και στους ανθρώπους, είναι αυτή που θα χωρήσει τον αχώρητο Θεό, θα γεννήσει το Σωτήρα Χριστό, τον «ήλιο της δικαιοσύνης» και όπως χαρακτηριστικά μας λέει ο Αγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς: «…τον μεν Θεό κατέστησεν υιόν ανθρώπου, τους δε ανθρώπους υιούς Θεού, ουρανώσασα την γην και θεώσασα το γένος». Η Γέννηση της Θεοτόκου δεν προέρχεται από άσπιλη σύλληψη, όπως λανθασμένα πιστεύουν οι Ρωμαιοκαθολικοί, αλλά μετά από τη φυσική επαφή των Αγίων Θεοπατόρων, όπου λύεται η στειρότητα της Άννας με την παρέμβαση του Θεού, ο οποίος ακούει και δικαιώνει τις προσευχές τους. Σύμφωνα με τη διδασκαλία της ασπίλου συλλήψεως, η Θεοτόκος είναι απαλλαγμένη, όχι μόνον των προσωπικών αμαρτιών, αλλά και αυτού του προπατορικού αμαρτήματος που μεταδίδεται με την γέννηση σε όλους τους ανθρώπους. Όμως η διδασκαλία αυτή μειώνει και προσβάλλει τη μοναδικότητα της υπερφυούς Γέννησης του Κυρίου μας. Μόνον ο Χριστός γεννήθηκε ασπίλως. Η σύλληψη Του δεν ήταν φυσική, αλλά υπερφυσική, δεν συνελήφθη από την φυσική επαφή ανδρός και γυναικός, αλλά ασπόρως, «εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου». Η Υπεραγία Θεοτόκος ήταν «απείρανδρος» και «απειρόγαμος», δεν είχε δηλαδή πείρα άνδρα και γάμου. Όμως, δεν συνέβη το ίδιο και με τη σύλληψη και τη γέννηση της. Γεννήθηκε βέβαια εκ θαύματος από στείρους και ηλικιωμένους γονείς, όμως, κατά τα άλλα, όλα έγιναν με τη φυσική τάξη, εκ σπέρματος του πατρός της Ιωακείμ. Η Εκκλησία μας τιμά την Παναγία όπως ταιριάζει στo άγιo πρόσωπό της, και πανηγυρίζει γι’ αυτήν πoυ βρίσκεται πιo ψηλά από κάθε άλλo λoγικό όν μέσα στoν oρατό και αόρατo κόσμo. Την τιμά και την υμνεί ως τo καύχημα των oυρανών και τoυ ανθρωπίνου γένoυς, ως την Κεχαριτωμένη, δηλαδή αυτήν πoυ είναι μέτoχoς την θείας χάριτoς περισσότερo από κάθε άλλο κτίσμα,
γιατί είναι Μητέρα τoυ Θεoύ. Αυτήν παρακαλούμε και ικετεύουμε να πρεσβεύει για μας στον Υιό της και Σωτήρα του κόσμου. Αμήν...

πολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’

Ἡ γέννησίς σου Θεοτόκε, χαρὰν ἐμήνυσε πάσῃ τῇ οικουμένῃ, ἐκ σοῦ γαρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ λύσας τὴν κατάραν, ἔδωκε την εὐλογίαν, καὶ καταργήσας τον θάνατον, ἐδωρήσατο  ἡμῖν  ζωήν την αἰώνιον.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Αὐτόμελον.


Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα ὀνειδισμοῦ ἀτεκνίας, καὶ Ἀδὰμ καὶ Εὔα, ἐκ τῆς φθορᾶς τοῦ θανάτου, ἠλευθερώθησαν, Ἄχραντε, ἐν τῇ ἁγίᾳ γεννήσει σου, αὐτὴν ἑορτάζει καὶ ὁ λαός σου, ἐνοχῆς τῶν πταισμάτων, λυτρωθεὶς ἐν τῷ κράζειν σοι· Ἡ Στεῖρα τίκτει τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.

Κάθισμα
Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.

Ἀναβόησον Δαυΐδ, τὶ ὤμοσέ σοι ὁ Θεός; Ἅ μοι ὤμοσε φησί, καὶ ἐκπεπλήρωκεν ἰδού, ἐκ τοῦ καρποῦ τῆς κοιλίας μου δοὺς τὴν Παρθένον· ἐξ ἧς ὁ πλαστουργός, Χριστός ὁ νέος Ἀδάμ, ἐτέχθη βασιλεύς, ἐπὶ τοῦ θρόνου μου· καὶ βασιλεύει σήμερον, ὁ ἔχων τὴν βασιλείαν ἀσάλευτον. Ἡ στεῖρα τίκτει, τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.

Ἐκ τῆς ῥίζης Ἰεσσαί, καὶ ἐξ ὀσφύος τοῦ Δαυΐδ, ἡ θεόπαις Μαριάμ, τίκτεται σήμερον ἡμῖν, καὶ νεουργεῖται, ἡ σύμπασα καὶ θεουργεῖται. Συγχάρητε ὁμοῦ, ὁ οὐρανός καὶ ἡ γῆ· αἰνέσατε αὐτήν, αἱ πατριαὶ τῶν ἐθνῶν, Ἰωακεὶμ εὐφραίνεται, καὶ Ἄννα πανηγυρίζει κραυγάζουσα· Ἡ στεῖρα τίκτει, τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.


Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς
.
Ἀγαλλιάσθω οὐρανός, γῆ εὐφραινέσθω· ὁ τοῦ Θεοῦ γὰρ οὐρανός, ἐν γῇ ἐτέχθη, ἡ Θεόνυμφος αὕτη ἐξ ἐπαγγελίας. Ἡ στεῖρα βρέφος θηλάζει τὴν Μαριὰμ· καὶ χαίρει ἐπὶ τῷ τόκῳ Ἰωακείμ. Ῥάβδος λέγων ἐτέχθη μοι, ἐξ ἧς τὸ ἄνθος Χριστός, ἐβλάστησεν ἐκ ῥίζης Δαυΐδ. Ὄντως θαῦμα παράδοξον!

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.

Ἡ Παρθένος Μαριάμ, καὶ Θεοτόκος ἀληθῶς, ὡς νεφέλη τοῦ φωτός, σήμερον ἔλαμψεν ἡμῖν, καὶ ἐκ Δικαίων προέρχεται εἰς δόξαν ἡμῶν. Οὐκ ἔτι ὁ Ἀδὰμ κατακρίνεται· ἡ Εὔα τῷν δεσμῶν ἠλευθέρωται· καὶ διὰ τοῦτο κράζομεν βοῶντες, ἐν παρρησίᾳ τῇ μόνῃ Ἁγνῇ· Χαρὰν μηνύει, ἡ γέννησίς σου, πάσῃ τῇ οἰκουμένῃ.

Ὁ Οἶκος

Ἡ προσευχὴ ὁμοῦ καὶ στεναγμός, τῆς στειρώσεως καὶ ἀτεκνώσεως Ἰωακείμ τε καὶ Ἄννης, εὐπρόσδεκτος, καὶ εἰς τὰ ὦτα Κυρίου ἐλήλυθε, καὶ ἐβλάστησαν καρπὸν ζωηφόρον τῷ κόσμῳ· ὁ μὲν γὰρ προσευχὴν ἐν τῷ ὄρει ἐτέλει, ἡ δὲ ἐν παραδείσῳ ὄνειδος φέρει· ἀλλὰ μετὰ χαράς, ἡ στεῖρα τίκτει τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.