29 Ιανουαρίου, 2014

Οι Τρείς Ιεράρχες, οδηγός για τις μελλοντικές γενιές.


Του Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού Δανιήλ.
Η Εκκλησία μας και ιδιαίτερα η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά στις 30 Ιανουαρίου. την Βασίλειον της Εκκλησίας στολήν, τον μέγαν Βασίλειον «τον εν θεολογία περιβόητον Γρηγόριον, το χρυσούν της οικουμένης στόμα, το της σοφίας πέλαγος τον ως αληθώς Χρυσόστομον», όπως γράφει κατά τον ένατο αιώνα ο μέγας και ιερός Φώτιος (Επιστολή ΙΒ Μιχαήλ Θεοσκεπάστω Βασιλεί §16, P.G. τόμος 102, στήλη 729Α).
Οι άγιοι Πατέρες δεν αναδείχθηκαν μόνο υποδειγματικοί αρχιερείς, σοφοί επιστήμονες για την εποχή τους, εμβριθείς συγγραφείς και φωστήρες της θεολογίας, αλλά και μεγάλοι διδάσκαλοι με την ευρεία σημασία της λέξεως.
Οι εκπαιδευτικές αρχές τους επηρέασαν την παιδεία για πολλούς αιώνες. Η συνείδηση της Εκκλησίας τους αναγνώρισε ως διδασκάλους.
Γι’ αυτό οι τρεις άγιοι Πατέρες μας από το έτος 1842, ολίγα μόλις έτη μετά την απελευθέρωση του Γένους μας από την επί τέσσερεις αιώνες υποδούλωση στους Τούρκους και την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Ελληνικού Κράτους, ορίσθηκαν και προστάτες της ελληνικής παιδείας και των ελληνικών Γραμμάτων.
1. Παιδαγωγοί
Είναι εύκαιρο σήμερα να θυμηθούμε μερικές διδασκαλίες τους που είναι εγκατεσπαρμένες στα συγγράμματά τους, στα κηρύγματά τους, στην δογματική τους και απολογητική διδασκαλία τους, στα ερμηνευτικά έργα τους  και τέλος στις επιστολές τους. Υπήρξαν και οι τρεις άνθρωποι με γνήσια ενδιαφέροντα για την αγωγή του νέου ανθρώπου.
Συνδύασαν την θεωρία με την πράξη. Τα κηρύγματά τους δεν περιείχαν δεοντολογικές παραινέσεις και ηθικολογίες αλλά πλούσια παραδείγματα, ζωντανές εικόνες, αντιληπτές και προσιτές παραστάσεις της σύγχρονης ζωής. Δεν αρκέσθηκαν ως θεωρητικοί θεολόγοι σε σχολαστικά ακαδημαϊκά γυμνάσματα.
Αντιθέτως μελέτησαν με πείρα κι έκαναν συγκεκριμένες συστάσεις για την σχολική αγωγή, την παιδική ηλικία και τους νεανικούς κινδύνους, τον τρόπο διδασκαλίας, την πρώτη ανάγνωση και γραφή, τις διάφορες βαθμίδες εκπαιδεύσεως μικρών, νέων και ενηλίκων.
Για τους μεγάλους παιδαγωγούς η εκπαίδευση δεν περιορίζεται σε κάποια ηλικία, αλλά είναι υπόθεση όλων των ηλικιών.
Δεν δικαιούται να ισχυρισθεί κάποιος, «επί τέλους έφθασα».
2. Η ωφέλιμος παιδεία κατέχει την πρώτη θέση των αξιών της ζωής.
Οι τρεις Ιεράρχες αναγνωρίζουν την τεράστια αξία της αγωγής και μορφώσεως και κατέταξαν την παιδεία μεταξύ των πρώτων αξιών, της ανθρώπινης ζωής. Θεωρούν την μόρφωση της ψυχής και της διάνοιας καθολική υποχρέωση «τέχνη τεχνών και επιστήμη επιστημών» (Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος Β , Απολογητικός της εις Πόντον φυγής ένεκεν, P.G. 35,425). Γράφει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος ότι «οίμαι δε πάσιν αν ομολογήσθαι των νουν εχόντων παίδευσιν των παρ’ ημίν αγαθών είναι το πρώτον» (Γρηγορίου Θεολόγου, Εις τον Μέγαν Βασίλειον Επίσκοπον Καισαρείας Καππαδοκίας  Επιτάφιος, §11, P.G. 36,508). 
Από όλα τα αγαθά που έχουμε στη διάθεσή μας το πρώτο είναι η εκπαίδευση.
Η εκπαίδευση (δηλαδή η μόρφωση) είναι το μόνο που καλλιεργεί εκλεπτύνει, ανυψώνει και καθιστά ελεύθερο το πνεύμα του ανθρώπου. Όχι βέβαια οποιαδήποτε εκπαίδευση. Οι Πατέρες διαχωρίζουν την χρήσιμη από την φθοροποιό παιδεία. Θεωρούν αναγκαίο να αποκτήσει ο άνθρωπος ενσυνείδητη κατανόηση της παιδείας, να μπορεί να εκλέγει την ωφέλιμη και να αποφεύγει την ανώφελη και επιζήμια.
«Αναγκαία η της παιδείας επίγνωσις, προς τε την αίρεσιν της ωφελίμου παιδείας, και προς την αποφυγήν της ανονήτου και βλαβεράς» (Μεγάλου Βασιλείου, Ομιλία ΙΒ , Εις την αρχήν των Παροιμιών, P.G. 31, 397).
Oι απόψεις των τριών Ιεραρχών για την αναγκαιότητα της παιδείας επηρέασαν τόσο την στάση της Εκκλησίας όσο και της Πολιτείας γι’ αυτό και η παιδεία δεν έγινε προνόμιο μόνο των κληρικών, όπως συνέβη στην μεσαιωνική χριστιανική Δύση, αλλά και των λαϊκών. 
Οι αυτοκράτορες όπως ο Βασίλειος ο Α ἐξέδωσαν ειδικούς νόμους η άφηναν παρακαταθήκη τονίζοντας την ανάγκη της εκπαιδεύσεως όχι μόνο για τους κρατικούς λειτουργούς αλλά και για όλους τους πολίτες της αυτοκρατορίας. 
«Βιωφελές τι χρήμα και σπουδαιότατον ου μόνον βασιλεύσι, αλλά και ιδιώταις, η παίδευσις. Και γαρ τοις κεκτημένοις, αυτήν και κατά σώμα και κατά ψυχήν τα μέγιστα ωφελεί…ταύτην ουν σε …ηγεμονεύουσαν …την βασιλείαν έχειν νουθετών» γράφει ο αυτοκράτορας Βασίλειος στο διάδοχο γιο του Λέοντα τον Στ τόν Σοφό (P.G. τόμος 107 ΧΧΙΑ). 
«Της παιδείας η κτήσις τω γεγηρακότι…γίνεται βίου βακτηρία κατά τον ανθούντα την νέαν ηλικίαν εις αρετήν ώρα αλύπους διαβιβάζει παιδείας τοίνυν σοφίαν και αρετήν τους σους παίδας, ίνα και νεάζοντες ωραίαν έχουσιν την βασιλείαν και γεγηρακότες μη δέωνται της ετέρων βοηθείας» συμβουλεύει ο ιερός Φώτιος (Φωτίου επιστολαί εκδ. Ιωάννου Ν. ΒΑΛΕΤΑ, Λονδίνο 1864 σελ. 447). 
Η παιδεία ομορφαίνει την ζωή των νέων και αποβαίνει στήριγμα και παρηγορία για τους ηλικιωμένους.
3. Ο σκοπός της ωφελίμου παιδείας· Παιδεία προς θέωση.
Οι άγιοι Πατέρες δεν πίστευαν μόνο στην αξία της παιδείας. Πίστευαν και σε ορισμένη φιλοσοφία. Το εκπαιδευτικό ιδανικό τους ήταν συγκεκριμένο, είχε σταθερό σκοπό και κατεύθυνση. 
Για τους αγίους Πατέρες η διάπλαση και η μόρφωση του ανθρώπου δεν έγκειται στην απόκτηση γνώσεων, πτυχίων και περγαμηνών. Είναι δυνατόν να γίνει κάποιος μεγάλος επιστήμονας η διάσημος πολιτικός, μέγας κοινωνικός η εμπορικός παράγοντας χωρίς να είναι μορφωμένος.
Οι Πατέρες μας απέβλεπαν στην δημιουργία ενάρετου ανθρώπου, στην διάπλαση του χαρακτήρα που να περιέχει μερικές θεμελιώδεις πνευματικές αρχές και αξίες, οι οποίες ρυθμίζουν την ζωή του και τις σχέσεις του με την κοινωνία. 
Τα γνωρίσματα του «πεπαιδευμένου» είναι η ικανότητα να κρίνει ψύχραιμα και με περίσκεψη, να καθοδηγείται πάντοτε από την πίστη σε αξίες αλλά και από τον ορθό λόγο.
Είναι επίσης η ευγένεια της ψυχής και η ανεκτικότητα, ο σεβασμός προς τα δικαιώματα, την ελευθερία και τα προνόμια των συνανθρώπων.
Ο μορφωμένος άνθρωπος είναι μετριόφρονας διατυπώνει αδιάκοπα ερωτήσεις και επιδιώκει να μορφωθεί και να καλλιεργηθεί περισσότερο.
Δεν θεωρεί τον εαυτό του κέντρο του κόσμου της κοινωνίας και της οικογένειας μέσα στην οποία ζει. Έχει αυτογνωσία.
Αλλά η εκπαίδευση και η μόρφωση του ανθρώπου δεν πρέπει να αποβλέπουν μόνο στο πως ο άνθρωπος θα καλλιτερεύσει τους όρους της ζωής του και πως θα βελτιώσει τις σχέσεις του με τους συνανθρώπους του. Σημαντικότερο είναι το πως θα μπορέσει να «αναλάβει» πνευματικά φτερά για να πετάξει προς τον Δημιουργό Του.
Ωραία το διατύπωσε ο διανοούμενος μοναχός Θεόδουλος που γράφει : «Όσον μάλλον ταύτης (της παιδείας) μετέχει (ο άνθρωπος), τοσούτο μάλλον αφίσταται μεν, των ανθρώπων μεθίσταται δε προς Θεόν» (Θεοδούλου Μαγίστρου (περί το 1332 μ.Χ.), Λόγος περί Βασιλείας §ΚΣ P.G. 145,1 στ. 489Β).
Η εκπαίδευση του ανθρώπου «μέχρις ου μορφωθή Χριστός εν αυτώ» (Προς Γαλάτας δ 19) γίνεται συνώνυμο με την παιδεία προς θέωση.
Συνεπώς σε τελευταία ανάλυση το εκπαιδευτικό ιδεώδες των Πατέρων ήταν η θέωση του ανθρώπου.
Η απόκτηση όμως του ανώτατου αγαθού της παιδείας είναι ένα δυσχερέστατο και πολύ κοπιαστικό έργο, που απαιτεί συνεχή εξέλιξη και πνευματική επαγρύπνηση.
Ο μέγας Βασίλειος υπογραμμίζει ότι «τραχεία μεν πρώτον και δύσβατος, και ιδρώτος συχνού και πόνου πλήρης, η προς αρετήν φέρουσα και ανάντης οδός » (Μεγάλου Βασιλείου, Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων P.G. 31,572).  
Η δυνατότητα της ομοιώσεως με τον Θεό, ήτοι της θεώσεως, δόθηκε στον άνθρωπο κατά τον χρόνο της δημιουργίας, αλλά είναι έργο συνεχούς παιδείας με την οποία η θέωση αρχίζει από την παρούσα ζωή, αλλά ολοκληρώνεται στην μελλοντική. Εκπαιδευόμενος ο άνθρωπος πρέπει να πορεύεται προς την αρετή «Άνθρωποι κατ’ αυτό ομοιούνται Θεώ, όταν μηδέν πάσχουσι παρά των επηρεάζειν βουλομένων, μηδέ υβριζόντων υβρίζονται, μηδέν τυπτόντων τύπτονται, μηδέ καταγελώνται καταγελώντων ετέρων» γράφει ο ιερός Χρυσόστομος (Λόγος Δ , Εις την ερμηνείαν της Προς Ρωμαίους Επιστολής, P.G. 60, 415).
4. Οι άξονες της ωφελίμου Παιδείας.
Oι πηγές από τις οποίες αντλούνται τα στοιχεία του εκπαιδευτικού - μορφωτικού ιδεώδους των Τριών Ιεραρχών είναι η αγία Γραφή και η κλασσική ελληνική Γραμματεία.
Το εκπαιδευτικό ιδεώδες είναι η συνισταμένη τουελληνικού ορθού λόγου και της χριστιανικής πίστεως και διαμορφώθηκε με τις αναζητήσεις πολλών αιώνων, ενώ κορυφώθηκε τον τέταρτο αιώνα.
Η εποχή των Τριών Ιεραρχών ήταν το τέλος του αρχαίου κόσμου και η ανατολή ενός νέου που έχει τα γνωρίσματα δύο ειδών αναζητήσεων (του Ελληνισμού και του Χριστιανισμού) που συνέπραξαν και γέννησαν την νέα ταυτότητά μας. 
Οι Τρεις Ιεράρχες επεξεργάσθηκαν το συγκερασμό του ελληνικού πνεύματος και της χριστιανικής πίστεως και έγιναν οι κλασσικοί μύστες και οι καλύτεροι ερμηνευτές του ανθρωπισμού της Εκκλησίας.
Ήταν και εξακολουθούν να παραμένουν οι πιο αυθεντικοί Έλληνες Πατέρες και διδάσκαλοι της αρχαίας Εκκλησίας και μάλιστα της Ελληνικής Ορθοδοξίας μέχρι σήμερα. 
Η ωφέλεια από την συζυγία χριστιανικής πίστεως και Ελληνικού λόγου ήταν διπλή. Ο χριστιανισμός πλουτίσθηκε και κατέκτησε την οικουμένη. Αλλά και ο ελληνισμός ευεργετήθηκε.
Ο αρχαίος Έλληνας Πολίτης ίσως να είχε εξαφανισθεί αν κατά τον τέταρτο και πέμπτο αιώνα δεν συμφιλιωνόταν με τον Χριστιανισμό. Αυτή η συμφιλίωση οφείλεται στους Έλληνες Πατέρες.
Από τους πατερικούς θησαυρούς θα αντλήσουμε τις απαραίτητες αρχές και αλήθειες που θα συντελέσουν στο δύσκολο έργο μας να δημιουργήσουμε κατάλληλη παιδεία για την σημερινή γενιά και για το μέλλον. 
Στα πρόσωπα των αγίων Τριών Ιεραρχών εμείς οι Έλληνες Ορθόδοξοι έχουμε την συνισταμένη της Ελληνικής και Χριστιανικής παρακαταθήκης, τρεις κορυφαίους διδασκάλους για να μιμηθούμε.