(ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 37)
Ο ΧΑΡΙΤΙ ΘΕΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΤΗΣ ΑΓΙΩΤΑΤΗΣ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ
Κ Ο Σ Μ Α Σ
Πρός τό Χριστεπώνυμον
Πλήρωμα
τῆς καθ’
ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
«Μετέστης
πρός τήν ζωήν μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς…»
Μέ ἰδιαίτερη χαρά ἑορτάζουμε σήμερα
τήν ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ἀλλά καί τήν Μετάστασί της «ἀπό γῆς πρός
οὐρανόν».
Δέν ἔχουμε λύπη σήμερα. Ἑορτάζουμε
καί ζοῦμε μέ μεγάλη χαρά τήν σημερινή ἑορτή. Πανηγυρίζουμε πνευματικά, τιμοῦμε
τήν Παναγία μας.
Πλησιάζουμε τόν κενό τάφο τῆς
Γεθσημανή, ὑμνοῦμε τήν Παναγία μας καί δοξάζουμε τόν Τριαδικό Θεό μας.
Ὅπως καί γιά κάθε ἄνθρωπο, ἔτσι καί
γιά τήν Παναγία μας ἦλθε ἡ ὥρα τοῦ θανάτου. Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἑνῶ εἶχαν
διασκορπισθῇ στά πέρατα τῆς γῆς, θαυματουργικά συναθροίσθηκαν στή Γεθσημανή καί
ἐκήδευσαν τό πανάχραντο σῶμα τῆς Κυρίας Θεοτόκου.
«Παράδινες Παναγία μου», λέει ὁ
Ἱερός Δαμασκηνός, «τό ἱερό καί ἀμόλυντο σῶμα στόν ἅγιό σου τάφο καί οἱ ἄγγελοι
τρέχανε μπροστά, σέ κυκλώσανε, σ’ ἀκολουθοῦσαν. Οἱ Ἀπόστολοι καί ὅλο τό πλήρωμα
τῆς Ἐκκλησίας μεγαλόφωνα ψέλνανε θείους ὕμνους καί σκιρτούσανε χορευτικά καθώς
τούς κάτεχε τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Ἐσένα, τήν ἀληθινή κιβωτό τοῦ Κυρίου
καί Θεοῦ, σήκωσε στούς ὥμους ἡ σύναξι τῶν Ἀποστόλων. Δέν κατέβηκε ἡ ψυχή σου
στόν Ἅδη οὔτε ἡ σάρκα σου ἀντίκρυσε τή φθορά…Δέν ἀπέμεινε ἡ ψυχή σου οὔτε τό
ἀνέγγιχτο κι ὁλότελα ἀπείραχτο σῶμα σου στή γῆ, μά μέ τή μετάστασί σου κατοικεῖ
στά οὐράνια βασιλικά δώματα, βασίλισσα, Κυρά μας καί Δέσποινα, Μητέρα τοῦ Θεοῦ,
ἀληθινή Θεοτόκε».
Ἀφοῦ οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι κήδευσαν και
ἐνταφίασαν τό ἱερό σκήνωμα τῆς Θεοτόκου, μετά ἀπό τρεῖς ἡμέρες δέν βρέθηκε τό
πανάγιο σῶμα της στόν τάφο. Δέν ὑπῆρχε στόν τάφο, γιατί μετέστη στόν οὐρανό. Ὑπογραμμίζει
καί πάλι ὁ Ἱερός Δαμασκηνός: «Ἄν καί χωρίστηκε σύμφωνα μέ τή φυσική τάξι ἡ
πανίερη καί μακαρία ψυχή της ἀπό τό τρισευτυχισμένο καί ἄσπιλο σῶμα της, μόλο
πού τό σῶμα παραδόθηκε στόν τάφο, δέν ἔμεινε στό χῶρο τοῦ θανάτου, οὔτε τό
ἀφάνισε ἡ φθορά…».
«Ἴδετε», λέει ὁ πολύς Ἠλίας
Μηνιάτης, «τόν τάφο τῆς Γεθσημανῆ. Θέλετέ τον εὕρει κενόν, διότι τάφος δέν
δύναται νά χωρίσῃ τήν μητέρα τῆς ζωῆς, τό δοχεῖον τῆς σεσαρκωμένης θεότητος,
τοῦ ὁποίου θρόνος ἀντάξιος εἶναι ὁ θρόνος τῆς θείας δόξης».
Ἡ μετάστασι τῆς Παναγίας μας εἶναι
μιά πρώτη Ἀνάστασι, τήν ὁποία ἐνήργησε ὁ Χριστός μας τιμῶντας ἰδιαιτέρως τήν
μητέρα Του καί δική μας μεγάλη μητέρα. Εἶναι ὅμως καί μιά διακήρυξι, βεβαίωσι
καί ἐγγύησι γιά τό πόσο ὁ Κύριός μας θά τιμήσῃ τό σῶμα τοῦ κάθε πιστοῦ καί
συνειδητοῦ χριστιανοῦ μετά τήν κοινή Ἀνάστασι πάντων ἀνθρώπων.
Ἡ Ἐκκλησία μας προγεύεται στήν
μετάστασι τῆς Παναγίας μας τήν κοινή Ἀνάστασι καί τή δόξα πού θά λάβουν τή
Δευτέρα Παρουσία «οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός» χριστιανοί. Καί μέ τή σημερινή
μεγάλη ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Παναγίας μας, γνωρίζει, διδάσκει καί ὑπενθυμίζει
σέ μᾶς τό πόσο ὁ Θεός μας ἐτίμησε καί τιμᾷ τήν ἀνθρώπινη φύσι, τό πόσο θά
τιμήσῃ-ὅπως καί τῆς Παναγίας-καί τό δικό μας σῶμα.
Τό πανάσπιλο σῶμα τῆς Παναγίας μας
μέ θεία ἐνέργεια ἄλλαξε κατάστασι ὑπάρξεως καί πέρασε ἀπό τήν κατάσταση τοῦ
θανάτου στήν κατάστασι τῆς ζωῆς. Ἔτσι θά τιμήσῃ ὁ Κύριος καί τό δικό μας σῶμα,
ἐφ’ ὅσον βέβαια ἐδῶ στήν πρόσκαιρη αὐτή ζωή, ἀγωνισθοῦμε νά τό διαφυλάξουμε καί
νά τό διατηρήσουμε καθαρό ἀπό κάθε ἁμαρτία καί νά τό ἁγιάσουμε. «Τό φθαρτόν
τοῦτο (δηλαδή τό σῶμα μας) ἐνδύσασθαι ἀφθαρσίαν καί τό θνητόν τοῦτο ἐνδύσασθαι
ἀθανασίαν» (Α΄Κορ. ιε’, 53) γράφει πρός Κορινθίους ὁ Ἀπ. Παῦλος.
Ἀγαπητοί, σήμερα τή λαμπρή αὐτή
ἡμέρα, θαυμάζοντας τή δόξα τῆς Παναγίας μας, τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματός της, ἄς
θελήσουμε νά ἀναλογισθοῦμε καί νά συνειδητοποιήσουμε τήν ἱερότητα, τό σκοπό τοῦ
σώματος ἀλλά καί τήν εὐθύνη μας. Ὅσο κι ἄν ὁ κόσμος προσφέρει ἀναίδεια,
ἀσχημοσύνη καί διαστροφή, ὅσοι βλέπουμε σήμερα τή δόξα τῆς Παναγίας μας, ἄς
στολίσουμε τό σῶμα μας μέ τήν αἰδῶ, τήν σωφροσύνη, τή σεμνότητα.
Ἄς ἀγωνισθοῦμε νά διδαχθῇ, νά
ἀγαπηθῇ, νά ἑδραιωθῇ ἡ σεμνότητα στήν κοινωνία μας καί μάλιστα στά παιδιά μας,
τά ὁποῖα δυστυχῶς τά ἀποξενώνουμε ἀπό τήν σεμνότητα καί τήν ἐντροπή, τήν μητέρα
τῆς ἁγνότητος. Ἄς προσέξουμε τίς θυρίδες τοῦ σώματος, τίς αἰσθήσεις, διά τῶν
ὁποίων εἰσέρχεται στό σῶμα καί στόν ἔσω ἄνθρωπο ἡ ζωή ἤ ὁ θάνατος.
Ἄς μάθουμε τό σῶμα μας νά ἀσκῆται
καί νά ἐξαγνίζεται μέ τήν βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ μας, μέ τήν διακριτική ἄσκησι
καί τήν ἐγκράτεια, τήν νηστεία, τήν προσευχή ἀλλά καί νά φωτίζεται μέ τήν
μελέτη τῶν ἁγίων Γραφῶν. Ἀλλά καί ἡ τακτική Θεία Λατρεία καί ἡ χαριτόβρυτη
μυστηριακή ζωή, ἄς χαριτώνουν, ἄς ἑνώνουν τό σῶμα μας μέ τό Χριστό, ἄς τό
ἁγιάζουν.
«Ἀπεκδυσάμενοι τό παλαιόν ἄνθρωπον σύν
ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ καί ἐνδυσάμενοι τόν νέον τόν ἀνακαινούμενον» (Κολ. γ’, 10), ἄς ἀπομακρύνουμε τό σῶμα μας ἀπό τήν κατά
σάρκα ζωή τοῦ κόσμου καί τή φθορά, γιά νά ζῆ ἁγιοπνευματική ζωή καί ἀξιωθῇ μετά
τῆς μονογενοῦς μας ψυχῆς, τῆς οὐρανίου θείας δόξης.
Ἀγαπητοί, διά πρεσβειῶν τῆς Παναγίας
μας, πατρικῶς εὔχομαι νά μᾶς χαρίσῃ ὁ Κύριός μας αὐτή τήν τιμή καί δόξα μαζί μέ
τήν Παναγία μας.
Μέ τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μας
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+Ο ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ΚΟΣΜΑΣ